- εκπεπτωκα
- ἐκπέπτωκαpf. к ἐκπίπτω См. εκπιπτω
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
ἐκπέπτωκα — ἐκπίτνω perf ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκπεπτώκασι — ἐκπεπτώκᾱσι , ἐκπίτνω perf ind act 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκπεπτώκασιν — ἐκπεπτώκᾱσιν , ἐκπίτνω perf ind act 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)